«Ο φασισμός δεν έρχεται από το μέλλον καινούργιο κάτι τάχα να μας φέρει»
Φώντας Λάδης
21η Απριλίου 1967 – 21η Απριλίου 2013. Σαράντα έξι χρόνια από το πραξικόπημα των Συνταγματαρχών και την εγκαθίδρυση δικτατορικού καθεστώτος που διήρκεσε επτά συναπτά χρόνια. Σαράντα έξι χρόνια από τότε που η χούντα έβαλε τον «ασθενή» ελληνικό λαό στο «γύψο», καταργώντας κάθε πολιτικό και κοινωνικό του δικαίωμα, επιβάλλοντας με τανκς και όπλα καθεστώς πλήρους ανελευθερίας.
Ακόμη μια φορά η ελληνική ιστορία γράφτηκε με το αίμα χιλιάδων συλληφθέντων, εξορισθέντων και βασανισθέντων. Το όνομα της ΕΣΑ έγινε συνώνυμο του τρόμου, ενώ τα μπουντρούμια και η ταράτσα της Ασφάλειας στην οδό Μπουμπουλίνας, εκεί που σήμερα είναι το υπουργείο Πολιτισμού, καθώς και της Ασφάλειας Προαστίων στον Περισσό ταυτίστηκαν με τη λέξη βασανιστήρια. Τα κολαστήρια της Γυάρου και της Λέρου άνοιξαν ξανά για να υποδεχτούν χιλιάδες πολιτικούς κρατούμενους, που πιάστηκαν απλά για τα φρονήματά τους. Οι φυλακές γέμισαν από πολιτικούς κρατούμενους που συλλαμβάνονταν για αντιχουντική δράση και δικάζονταν με συνοπτικές διαδικασίες από τα στρατοδικεία.
«Δώστε τη χούντα στο λαό» φώναζε ο ελληνικός λαός τις πρώτες μέρες μετά τη πτώση της δικτατορίας, εκφράζοντας έτσι το μίσος και την οργή του για τη μαύρη επταετία. Σήμερα όμως, πατώντας πάνω στη λήθη και στην εξασθένιση της ιστορικής μνήμης, οι υπερασπιστές της χούντας αναβιώνουν διάφορους μύθους. Λένε ότι ο λαός δεν πεινούσε, ότι δεν υπήρχαν σκάνδαλα και διαφθορά, ότι δεν υπήρχε ανεργία και πως η Ελλάδα έζησε εποχές οικονομικής ανάπτυξης ακολουθώντας το γνωστό τρίπτυχο «ησυχία, τάξις και ασφάλεια».
ΑΠΟΚΑΘΙΣΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΜΝΗΜΗ
Μύθος 1ος: «Επί χούντας είχαμε ανάπτυξη, υπήρχαν δουλειές και έγιναν έργα »
Με αυτή την έννοια, και πριν και μετά τη δικτατορία είχαμε οικονομική ανάπτυξη. Η χούντα διαχειρίστηκε μια περίοδο σχετικής ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού που ερχόταν από τις αρχές της δεκαετίας του 60 και φυσικά δεν ήταν ελληνικό προνόμιο ή ιδιομορφία. Εντασσόταν στο πλαίσιο της μεταπολεμικής ανάπτυξης όλων των ευρωπαϊκών οικονομιών, μετά τις τεράστιες καταστροφές του β’ παγκόσμιου πολέμου. Και τα δημόσια έργα της περιόδου (δρόμοι, γέφυρες, λιμάνια κλπ) αποτελούσαν ανάγκη του ελληνικού καπιταλισμού για την ταχύτερη και ορθότερη μεταφορά των εμπορευμάτων και μια πρώτης τάξεως ευκαιρία απομύζησης κρατικών κονδυλίων από το κατασκευαστικό κεφάλαιο.
Η χούντα όμως δεν επιβλήθηκε απλά για να διαχειριστεί τον ελληνικό καπιταλισμό. Επιβλήθηκε από τους Αμερικάνους και την ελληνική αστική τάξη για να τσακίσει την άνοδο του εργατικού και αγροτικού κινήματος της προδικτατορικής περιόδου, το οποίο γέννησε τη μεγάλη πολιτική κρίση του ‘65-‘67. Ενα κίνημα που ναι μεν δεν αμφισβητούσε τις βάσεις τους συστήματος, αλλά αγωνιζόταν και διεκδικούσε καλύτερα μεροκάματα, καλύτερες εργασιακές σχέσεις, δημοκρατικές και συνδικαλιστικές ελευθερίες. Αλλωστε, η χούντα των συνταγματαρχών πρόλαβε στο νήμα τη χούντα των στρατηγών, που προετοίμαζε το παλάτι.
Η επταετία της χούντας ήταν η περίοδος της πλήρους ασυδοσίας του κεφαλαίου. Φτώχεια, μεροκάματα πείνας και απάνθρωπες συνθήκες εργασίας για τους εργάτες – υπερκέρδη, προκλητικές φοροαπαλλαγές και ζεστό δημόσιο χρήμα για τους καπιταλιστές. Χιλιάδες έλληνες εργάτες και αγρότες σπρωγμένοι από την ανέχεια πήραν το δρόμο της ξενιτιάς για ένα μεροκάματο «στις φάμπρικες της Γερμανίας και στου Βελγίου τις στοές» -για να θυμηθούμε και τον Καζαντζίδη- ενώ εκατοντάδες ναυτικοί βρήκαν το θάνατο στα πλωτά φέρετρα των εφοπλιστών.
Οι απεργίες και οι συγκεντρώσεις άνω των πέντε ατόμων απαγορεύονταν με απειλή φυλάκισης, όπως επίσης και κάθε είδους συνδικαλιστική δράση, ενώ η απλή διαμαρτυρία άνοιγε το δρόμο για τα μπουντρούμια της ασφάλειας και τους τόπους εξορίας. Τα συνδικάτα-σφραγίδες ελέγχονταν από μια χούφτα διορισμένους εργατοπατέρες.
Μύθος 2ος: «Οι δικτάτορες ήταν τίμιοι, αδιάφθοροι και πατριώτες»
Θαλασσοδάνεια, σάπια κρέατα, κοσμικά πάρτυ και ρουσφέτια «υπέρ ημετέρων» χαρακτηρίζουν τους «εχθρούς της φαυλοκρατίας». Ο Παπαδόπουλος, ο οποίος έμενε στη βίλα του Ωνάση στο Λαγονήσι, έναντι συμβολικού ενοικίου, έκανε τον έναν αδελφό του στρατιωτικό ακόλουθο, γενικό γραμματέα του υπουργείου Προεδρίας, Περιφερειακό Διοικητή Αττικής και «υπουργό παρά τω πρωθυπουργώ», ενώ ο άλλος αρκέστηκε στη γενική γραμματεία του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης. Ο Παττακός φρόντισε ώστε ο γαμπρός του Αντρέας Μεϊντάσης να κλείσει διάφορες κατασκευαστικές δουλειές αρκετών εκατομμυρίων δραχμών με τον Δήμο Αθηναίων. Ο Μακαρέζος διόρισε υπουργό Γεωργίας τον κουνιάδο του Αλέξανδρο Ματθαίου, ενώ ο Λαδάς έκανε τον ένα ξάδερφό του διοικητή της ΑΣΔΕΝ και τον άλλο γενικό γραμματέα Κοινωνικών Υπηρεσιών. Κι αυτά είναι μερικά μόνο παραδείγματα ενός βαθύτατα διεφθαρμένου καθεστώτος, που δεν έδινε λογαριασμό σε κανέναν.
Οι εφοπλιστές που στήριζαν τη χούντα πήραν για «δωράκι» μια ολόκληρη σειρά νόμων (Ν. 89/67, 378/68, 465/68 κλπ) που τους εξασφάλισαν ένα προκλητικό φορολογικό καθεστώς και εξαπλασιασμό των κερδών τους, ενώ με το Νομοθετικό Διάταγμα 465 στις 7 Μάρτη του 1970 η χούντα φόρτωσε τις δαπάνες «κοινωνικής πρόνοιας» και τις εισφοροαπαλλαγές προς το κεφάλαιο («αναπτυξιακά κίνητρα») στα ασφαλιστικά ταμεία.
Το μεγάλο όμως σκάνδαλο ήταν το ξεπούλημα του εθνικού πλούτου σε μια χούφτα ντόπιους πλουτοκράτες και ξένα μονοπώλια. Μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα ήταν η αποικιακού τύπου σύμβαση με τη γαλλική ΠΕΣΙΝΕ στην οποία όχι μόνο χάρισαν τον βωξίτη, αλλά υποχρέωσαν και τη ΔΕΗ να ηλεκτροδοτήσει μια άκρως ενεργοβόρα βιομηχανία, που κατανάλωνε σχεδόν όσο και η υπόλοιπη χώρα, στο 1/3 της αξίας του ρεύματος εκείνης της εποχής.
Στον αγαπημένο της Τομ Πάπας της εταιρίας ESSO PAPPAS (θυγατρική της αμερικάνικης EXXON, μιας από τις «επτά αδελφές» του παγκόσμιου πετρελαϊκού καρτέλ), με μια επαχθή σύμβαση του 1968 (ΦΕΚ 1968/Α/201) οι χουντικοί άναψαν το πράσινο φως για να κατασκευάσει εργοστάσιο εμφιάλωσης της Coca-Cola, το οποίο θα τσάκιζε την εγχώρια παραγωγή αναψυκτικών, ενώ το 1972 τον απάλλαξαν από τις αντισταθμιστικές υποχρεώσεις (δημιουργία 6 αγροτοβιομηχανικών μονάδων) της επίσης προνομιακής σύμβασης του 1962 για τη κατασκευή του διυλιστηρίου της ESSO στη Θεσσαλονίκη. Μονοπώλιο του δικαιώματος αγοράς της ντομάτας της Δυτικής Ελλάδας, χημικές και χαλυβουργικές εγκαταστάσεις, διυλιστήρια και πετρελαιοφόρα συνθέτουν το σκηνικό ληστείας που έστησε η χούντα για έναν και μόνο καπιταλιστή.
Το νικέλιο χαρίστηκε στον όμιλο Μποδοσάκη (ΛΑΡΚΟ), τα διυλιστήρια των Μεγάρων στους Ανδρεάδη, Λάτση και Βαρδινογιάννη. Εχουμε ακόμη αποικιοκρατικές συμβάσεις με Syng, Little, Mc Donald και ο κατάλογος είναι μακρύς.
Ξενόδουλοι μέχρι το μεδούλι, με το ψευτο-σύνταγμα του ‘68 διατήρησαν τη συνταγματική προστασία στα προνόμια του ξένου κεφαλαίου, που από τη μια του επέτρεπαν με νόμιμο τρόπο να εξάγει και να συσσωρεύει στο εξωτερικό τον πλούτο που παραγόταν στην Ελλάδα και από την άλλη να χρησιμοποιεί για τις «επενδύσεις» του τα κρατικά κίνητρα και τον δανεισμό από ντόπιες τράπεζες, με ευνοϊκούς όρους και κρατική εγγύηση, ληστεύοντας έτσι διπλά τον ελληνικό εργαζόμενο λαό που πλήρωνε όλους αυτούς τους χαριστικούς όρους.
Μύθος 3ος: «Καθιερώθηκε για πρώτη φορά η δωρεάν Παιδεία»
Από την προηγούμενη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση (1964) η Χούντα κράτησε μόνο τον «δωρεάν» χαρακτήρα της, προσαρμόζοντας τον στα δικά της μέτρα και σταθμά: απολυταρχία, πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, φακέλωμα και λογοκρισία. Το σπουδαστικό της ασφάλειας να αλωνίζει στα εκπαιδευτικά ιδρύματα και να προβαίνει με το παραμικρό σε ξυλοδαρμούς και διώξεις σε βάρος καθηγητών και φοιτητών. Πολλοί εκπαιδευτικοί εξαναγκάστηκαν σε «παραίτηση» και διώχθηκαν καθώς δεν κατείχαν το κατάλληλο ήθος: «πίστις και αφοσίωσις εις τα ελληνικά και χριστιανικά ιδεώδη» και «εμφορούνταν υπό κομμουνιστικών ή αντιεθνικών ιδεών [..] ή στρέφονταν κατά του κρατούντος πολιτειακού καθεστώτος».
Παροιμιώδης αντίδραση των φοιτητών και προάγγελος των γεγονότων του Πολυτεχνείου ήταν η κατάληψη της Νομικής το Φεβρουάριο του ’73 με στόχο την κατάργηση του Ν.1347, ο οποίος προέβλεπε την υποχρεωτική στράτευση όσων φοιτητών ανέπτυσσαν συνδικαλιστική δράση. Ο απολογισμός ήταν έντεκα συλλήψεις (εκ των οποίων οι οχτώ καταδικαστικές) και εκατό περίπου αναγκαστικές στρατεύσεις.
Ακόμα και τα συγγράμματα «προσαρμόστηκαν» στις «αρχές» του εθνικισμού, της ξενοδουλείας και του μεγαλοϊδεατισμού των χουντικών, διαστρεβλώνοντας σε βαθμό γελοιότητας ιστορικά γεγονότα.
Μύθος 4ος: «Δεν έγιναν βασανισμοί και δολοφονίες »
Μαρτυρίες αγωνιστών (Παναγούλης, Μουστακλής και άλλοι) αλλά και οπτικοακουστικό υλικό είναι οι πιο ζωντανές αποδείξεις για τα βασανιστήρια που υπέστησαν όσοι θεωρούνταν μη αφοσιωμένοι στο καθεστώς και περισσότερο όσοι ανέπτυξαν αντιστασιακή δράση. Το πρώτο θύμα της Χούντας ήταν ο Παναγιώτης Ελής, στέλεχος της ΕΔΑ, που εκτελέστηκε εν ψυχρώ στον Ιππόδρομο ο οποίος είχε μετατραπεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης αντιφρονούντων, τις πρώτες μέρες μετά το πραξικόπημα. Η πτώση της χούντας, το καλοκαίρι του ’74 άφησε πίσω της χιλιάδες σακατεμένους, άνδρες και γυναίκες, από τα φρικτά βασανιστήρια που υπέστησαν στα κελιά του ΕΑΤ-ΕΣΑ (Ειδικό Ανακριτικό Τμήμα της Ελληνικής Στρατιωτικής Αστυνομίας), στην ταράτσα και στα μπουντρούμια της Αστυνομίας και της Χωροφυλακής, στο 505ο τάγμα πεζοναυτών στο Διόνυσο και στα ξερονήσια.
Μύθος 5ος: «Δεν υπήρξαν νεκροί κατά την εξέγερση του Πολυτεχνείου»
88 είναι τα ονόματα των νεκρών που μνημονεύονται σε κάθε επέτειο του Πολυτεχνείου και δεν έχουμε καμιά διάθεση να χαρίσουμε έστω και έναν στα φασιστικά ψέματα που εκστομίζουν τα χουντικά απολειφάδια, οι υμνητές του δολοφόνου Ντερτιλή. Θα επικαλεστούμε όμως και έναν «υπεράνω υποψίας» άνθρωπο, τον ακροδεξιό εισαγγελέα Τσεβά και το πόρισμα που συνέταξε τον Οκτώβρη του 1974 («Υποβολή φακέλου ενεργηθείσης προκαταρκτικής εξετάσεως») έπειτα από παραγγελία του προϊστάμενου της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, το οποίο επιβεβαιώνει τη δολοφονία τουλάχιστον 34 ανθρώπων. Τέλος, το Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών έδωσε στη δημοσιότητα το 2012 τα προσωρινά αποτελέσματα της έρευνας που ξεκίνησε το 2002, με τίτλο “Τεκμηριώνοντας τα γεγονότα του Νοεμβρίου 1973” και στην οποία οι νεκροί φτάνουν τους 40. Τα θύματα του Πολυτεχνείου ήταν αναμενόμενο αποτέλεσμα της βαριάς καταστολής εκείνης της περιόδου.
ΑΚΟΜΑ ΠΙΣΤΕΥΕΙΣ ΟΤΙ ΜΑΣ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΜΙΑ ΧΟΥΝΤΑ;
Οπως προκύπτει από τα παραπάνω και πολλά περισσότερα που αποτελούν πια ιστορική αλήθεια, η πραγματικότητα της χουντικής επταετίας ήταν τελείως διαφορετική από αυτή που θέλουν να παρουσιάζουν οι νεοναζί παραχαράκτες της ιστορίας Χρυσαυγίτες. Την περίοδο 1967 -1974 ο ελληνικός εργαζόμενος λαός είδε για μια ακόμη φορά στη νεότερη ιστορία του το πραγματικό πρόσωπο του κεφαλαίου απαλλαγμένο από τα κοινοβουλευτικά του φτιασίδια. Σήμερα, 46 χρόνια μετά, σε μια κατ’ επίφαση δημοκρατία, στενάζουμε κάτω από την ίδια μπότα, με μορφή μνημονίων που μας επιβάλλουν οι ξένοι και ντόπιοι πλουτοκράτες.
Οι νεοναζί της Χρυσής Αυγής βαδίζουν στον ίδιο δρόμο που χάραξαν οι χουντικοί πρόγονοί τους. Μεροκάματα των 18 ευρώ, ανασφάλιστη εργασία και στρατιωτικό καθεστώς για τους εργαζόμενους είναι το μέλλον που «οραματίζονται» για τον κόσμο της δουλειάς. Το παράδειγμα του ψευτο-ΟΑΕΔ που έχουν στήσει στην Εύβοια είναι άκρως διαφωτιστικό. Τους απεργούς εργάτες στο ΜΕΤΡΟ τους είπαν εργατοπατέρες, ενώ στη συζήτηση στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής για το σχέδιο «Αθηνά», ο εκπρόσωπός τους καταφέρθηκε ενάντια στον φοιτητικό συνδικαλισμό και τάχθηκε υπέρ των συγχωνεύσεων-καταργήσεων ΑΕΙ-ΤΕΙ που συρρικνώνουν τη δημόσια παιδεία. «Εμείς, ως Χρυσή Αυγή, λέμε ευθέως ότι ο ελληνικός λαός, για να βγει από αυτήν την κρίση, πρέπει να υποφέρει», δήλωσε ο αρχηγός τους Νίκος Μιχαλολιάκος το Γενάρη του 2013 στη Βουλή.
Οταν όμως πρόκειται για τα συμφέροντα των καπιταλιστών, τότε «ξεχνούν» κάθε «αντισυστημική» και «αντιμνημονιακή» κορόνα. Χάλασαν τον κόσμο το Νοέμβρη του 2012 με τα τελευταία μνημονιακά μέτρα, για την οικειοθελή φορολόγηση των εφοπλιστών με επιπλέον 140 εκατ. ευρώ για δύο χρόνια, η οποία δήθεν θα κατέστρεφε τους… φτωχούληδες εφοπλιστές, ενώ για τη μείωση στο μισό της επιστροφής ΦΠΑ στους αγρότες και τον τριπλασιασμό του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο αγροτικό πετρέλαιο δεν είπαν κουβέντα.
Αυτή είναι η εθνικιστική «αντισυστημική» δύναμη. Βρίσκει δουλειά σε εργάτες με μεροκάματο 18 ευρώ, βγάζει ανακοινώσεις υπέρ καπιταλιστικών επιχειρήσεων (Καρέλιας), κατηγορεί την κυβέρνηση ότι… εξοντώνει τους εφοπλιστές και ζητά από τον ελληνικό λαό να υποφέρει για να βγει από την κρίση.